|
Κριτικές
και
δημοσιεύματα για τις
τεσσερισ Ιστορίες
δακρύων του
Θανάση Τριαρίδη Το τρυφερό
μαχαίρι του
Πέτρο Μπόλε
(πρώτη
έκδοση,
Πατάκης 2002,
συγκεντρωτική
έκδοση, δήγμα
2010 ) http://www.triaridis.gr/books/book02_gr.htm Η παγωμένη
καρδιά των ευτυχισμένων
ανθρώπων (πρώτη
έκδοση:
Πατάκης, 2002,
συγκεντρωτική
έκδοση, δήγμα
2010) http://www.triaridis.gr/books/book03_gr.htm Το χαραγμένο
σιτάρι (πρώτη
έκδοση:
Πατάκης, 2002,
συγκεντρωτική
έκδοση, δήγμα
2010) http://www.triaridis.gr/books/book04_gr.htm Η μουγγή
καμπάνα (πρώτη
έκδοση:
Πατάκης 2003,
συγκεντρωτική
έκδοση, δήγμα
2010) http://www.triaridis.gr/books/book05_gr.htm (Ακολουθούν
όλες οι
δημοσιευμένες
κριτικές για τις
τέσσερις ιστορίες δακρυων
που υπέπεσαν
στην αντίληψή
μου, καθώς και
μια
συνέντευξη που
έδωσα το 2002 με
αφορμή την
κυκλοφορία
των τριών πρώτων
από αυτά – Θ.Τ.) ***** Στέφανος
Δάνδολος Σελίδες
και
συγγραφείς Μαγικά
μαχαίρια,
παγωμένες
νυχτερίδες,
δολοφόνοι
βασιλιάδες,
εκατόμβες αθώων,
μυστικά
λουλούδια,
χαραγμένα
σπυριά σιταριού
που
συνεχίζουν τη
ζωή, άντρες που
σκοτώνουν και
σκοτώνονται,
γυναίκες που
γεννούν και
σώζουν δια της
παράλογης
αγάπης – αυτός
είναι ο κόσμος
του Θανάση Τριαρίδη,
ένας κόσμος
υπέροχος και
λυρικός. Σε μια
εποχή που
μαστίζεται
από τις
«εύκολες» έως «αβίαστες»
(και με
εμπορικά
κριτήρια)
δημοσιεύσεις,
ο Τριαρίδης
επέλεξε το
δρόμο της
ποιότητας,
εκδίδοντας
τρία αφηγήματα
ταυτόχρονα,
δίχως καν ένα
πέπλο «Τριλογίας»
να τα συνδέει,
παρά μόνο το
ότι τα
εξώφυλλά τους έχουν
το ίδιο στυλ
και το
γενικότερο
έργο την ίδια
καλλιτεχνική
φροντίδα. Δύο
χρόνια μετά το
εξαιρετικό
(και
παραγνωρισμένο
ίσως)
μυθιστόρημα «Ο
άνεμος
σφυρίζει στην Κουπέλα»
(Εκδόσεις
Πατάκη), η
επιστροφή του
Θεσσαλονικιού
συγγραφέα
έρχεται να
δώσει ένα τόνο
ανάσας στη
φετινή άνοιξη
με κείμενα που
μπορούν να
διαβαστούν ως
νουβέλες του
φανταστικού,
ως παραμύθια
για ενήλικες ή
ως
αλληγορικές
παραβολές –
ενδεχομένως
και ως
προσευχές. Έχουμε
και λέμε,
λοιπόν: Το
«Τρυφερό
μαχαίρι του Πέτρο
Μπόλε», το
«Χαραγμένο
σιτάρι» και η
«Παγωμένη
καρδιά των
ευτυχισμένων
ανθρώπων». Με τη
γνωστή
ευαίσθητη
γραφίδα και την
απαράμιλλη
χροιά των
συμβολισμών.
Στο «Τρυφερό
μαχαίρι» ο
Πέτρο Μπόλε
γυρεύει ένα
μαχαίρι για να
δώσει γλυκό
θάνατο στα
αγαπημένα του
πρόβατα, μα
όποιος κρατά
μαχαίρι
γρήγορα θα το
βάλει και σε
λαιμό ανθρώπου.
Το αγαπημένο
μου από τα τρία.
Στην «Παγωμένη καρδιά»
ένας
περιπλανώμενος
πρίγκιπας
κλέβει μια
παγωμένη
νυχτερίδα για
να οδηγήσει το
λαό του στην
ευτυχία. Στο
«Χαραγμένο
σιτάρι» οι
άντρες ενός ανεμόδαρτου
χωριού
μακελεύονται
επειδή αρνούνται
να δώσουν ένα
κορίτσι στον
βασιλιά, ώσπου
θα έρθει
κάποτε μια
νύχτα που όσοι
έφαγαν τις
ψυχές των προγόνων
τους θα
γυρέψουν ξανά
το χαραγμένο
σιτάρι. Ο
Θανάσης Τριαρίδης
είναι μια από
τις σπάνιες
περιπτώσεις
στη νέα γενιά
της ελληνικής
λογοτεχνίας.
Είναι γλυκός
και πράος όπως
στα βιβλία του –
και από
εκείνες τις
ασυνήθιστες
μορφές μέσα
στις οποίες ο
Άνθρωπος μοιάζει
απόλυτα στον
συγγραφέα. Τον
γνώρισα ένα βράδυ
στην βεράντα
του Μάνου Κοντολέων.
Μας μιλούσε
για τον
εκδοτικό οίκο
που ήθελε να
στήσει στη
Θεσσαλονίκη,
μας μιλούσε
για
λογοτεχνία
και για ποίηση
και για
ζωγραφική και
στο μυαλό
αναδύονταν
όλες εκείνες
οι
μακρόσυρτες
προτάσεις του
που πλέουν
μέσα σε λίμνες
ευγένειας: Αν
διαβάσετε τη
νέα του δουλειά,
θα νιώσετε ότι
κρατάτε στα
χέρια σας ένα
ακριβό
κέντημα που
σας μιλάει. Δεν
ξέρω αν
έφτιαξε τον
εκδοτικό οίκο
που ήθελε, αυτό
για το οποίο
είμαι
σίγουρος είναι
ότι καρπώθηκε
στο
ενεργητικό
του ένα σπάνιο
έργο. Με την
αισθητική των
Εκδόσεων
Πατάκη. (Δημοσiεύτηκε
στη Φιλολογική
Βραδυνή,
στις 27-4-2002.) ***** Αλέξης
Αδάμ Addio Θανάσης Τριαρίδης,
Το
τρυφερό
μαχαίρι του
Πέτρο Μπόλε,
Eκδόσεις Πατάκη. Σπουδή
περί Θανάτου ή
σπουδή περί
Έρωτος; Του Τέλους,
έπεται ή
προπορεύεται
η Αρχή; Το ταίρι
υπάρχει μέσα
μας ή εμείς σε
αυτό; Πού
χάνεται η
μυθοπλασία
της φαντασίας
και πού
γεννιέται ο πόθος
για τη γεύση
του γλυκού…
κόκκινου; Αυτό
το κόκκινο
είναι το αίμα.
Το
προερχόμενο
από ήσυχους,
«γλυκούς»
θανάτους.
Εργαλείο το
μαχαίρι, και
άντε τώρα να το
βρεις… Πρέπει
να χαθείς σε
σκοτεινές
σκέψεις και
απαστράπτουσες
παρουσίες. Σε
πυγολαμπίδες
μνήμης και σε
ένρινα
χαρακτηριστικά
πληγής! Σε ατέλειωτες
μουσικές και
σε αυτή την –
ξορκισμένη –
άρια του Βέρντι.
Έτσι,
αποχαιρετάς
το παρελθόν
σου μαζί με τα
επίγεια,
ήσυχος ότι
έχεις
διαπράξει το
έγκλημα που σου
έπρεπε να
κάνεις.
Εξάλλου, το προμελετημένο
ταιριάζει,
απόλυτα, στον
έρωτα. Πόσο
μάλλον στο θάνατο… Σε
πρώτη αφή,
λαμβάνεις το
αφήγημα του
Θανάση Τριαρίδη
σαν
εξιστόρηση
μυστικών
ψιθύρων. Στη
συνέχεια και
με την υποψία
ότι πρόκειται
περί αληθινής,
ίσως και
καθημερινής,
ιστορίας,
αρχίζεις να
μετουσιώνεις
τις γραφές του
σαν προσευχή. Η
γοτθική ατμόσφαιρα
πίσω από τις
κουρτίνες,
κόκκινες και
αυτές, του
φανταστικού
επιτείνει την
προσοχή σου.
Όλα τα υπόλοιπα
εξαρτώνται
από την ώρα που
θα πιάσεις στα
χέρια σου το
καφέ βιβλίο με
τους
γαλάζιους
τίτλους και πότε
θα το
τελειώσεις. Ο,
επιτηδευμένα,
σύνθετος
πρόλογος
δίνει τις καλύτερες
συστάσεις.
«Ανάμεσα στις
στρατιές των
αλκοολικών
τυχοδιωκτών,
των τρελών επιστημόνων,
των μανιακών
συλλεκτών, των
μισθοφόρων κυνηγών,
των σαλεμένων
που έχουν δει
τον Θεό καταπρόσωπο,
ανάμεσα σε
αυτούς που με
κάθε λογής
κίνητρο που
μπορεί να
βάλει ο νους
του ανθρώπου
αναζητούν
χαμένα
δισκοπότηρα,
ακάνθινα
στεφάνια, τίμια
ξύλα, μαγικά μενταγιόν,
βραχιόλια,
περιδέραια
και
δαχτυλίδια,
λησμονημένες
λέξεις,
δαιμονικές
εικόνες, ιερά
άνθη…», έχει και
συνέχεια το
παράλογο της
αναζήτησης, «…
απαγορευμένα
βιβλία,
φλεγόμενες
βάτους,
κοντολογίς
κάθε αντικείμενο
που βρέθηκε
στο ενδιάμεσο
μεταξύ Θεού
και ανθρώπου,
ανάμεσα σε
όλους αυτούς
λοιπόν,
υπάρχουν
μερικοί,
ελάχιστοι
είναι η
αλήθεια, που δεν
γυρεύουν
τίποτα
λαμπερό και
περιζήτητο,
παρά ένα
ταπεινό
μαχαίρι». Από
την πρώτη
σελίδα σού δίνεται
το στίγμα της
συνέχειας. Ναι,
έχεις να
κάνεις με μία,
όχι ακραία
αλλά υπό
εξέλιξη,
παρανοϊκή
γραφή, με συσσωρευμένη
την έκπληξη
της επόμενης
πρότασης. Ένας,
λοιπόν, από
αυτούς τους
«ελάχιστους» – η
ιστορία είναι
θέμα ελαχίστων,
οι οποίοι
γυρεύουν ένα
μαχαίρι – είναι
ο Πέτρο Μπόλε.
Βοσκός από τα
παιδικά του χρόνια,
ο Πέτρο
έβρισκε την
ευτυχία
ανάμεσα στα πρόβατά
του. Στα
δώδεκά του
χρόνια, έτσι
τουλάχιστον
λέει ο θρύλος
του Τριαρίδη,
ο στρατός
επίταξε τα
χειμαδιά και
οι αξιωματικοί
ζήτησαν
είκοσι
σφαγμένα
αρνιά για τη
γιορτή του
στρατού. Τότε, ο
Πέτρος έψαξε
και βρήκε «στο
βουνό των γαλαζομάτηδων»
εκείνον τον
τεχνίτη που θα
του
κατασκευάσει
το μαχαίρι για
να σφάξει ο
ίδιος τα
πρόβατα χωρίς
πόνο. Έτσι και
έγινε. «Όταν
άνοιξε το πανί
και ζύγισε στη
χούφτα του το
μαχαίρι, ζεστό
ακόμη από το
τρίψιμο της
λεπίδας με
φεγγαρόπετρα,
ένιωσε πως
ήταν φυσική
συνέχεια του
χεριού του, σαν
να γεννήθηκε
κρατώντας το.
Στη θαμπή
λεπίδα του
νόμισε πως
είδε μια σκιά
που του έγνεφε.
Όταν την
έμπηξε στο
λαιμό του
πρώτου ζωντανού,
το πρόβατο
παρέμεινε
στην αγκαλιά
του απολύτως
ήρεμο, γαλήνιο,
σαν να ήταν ο
θάνατος απαλό
αγέρι… Το ίδιο
και με το
δεύτερο
πρόβατο και με
το τρίτο και με όλα
τα επόμενα…». Ο
Πέτρο
εγκαταλείπει
το χωριό του και
αποφασίζει να
γυρίσει τον
κόσμο ολάκερο
σκορπίζοντας
τον – γλυκό –
θάνατο. «Ποτέ
του δεν ζήτησε
αντάλλαγμα ή
αμοιβή, κι από
όσα του έδιναν
κρατούσε μόνο
όσα του
χρειάζονταν
για τον στάβλο
του αλόγου του
και τα άλλα τα
μοίραζε στους
ζητιάνους και
στους
μεθυσμένους
των καπηλειών.
Κρέας δεν έφαγε
ποτέ του, ούτε
και ήπιε κρασί,
ούτε πλησίασε
γυναίκα με σκοπό
ερωτικό, μόνο
τις νύχτες
ξεχνιόταν και
κοιτούσε τον
μαύρο θόλο». Στο
χέρι-μαχαίρι
του, ο κόσμος έβλεπε
τον Θεό και ο
Πέτρο έδινε
αντίδωρο, το
θάνατο. Όπως σε
αυτή την
«ξεπεσμένη
σοπράνο,
διάσημη στην
ακμή της, που
ζήτησε από τον
Πέτρο Μπόλε
να βρει το
θάνατο την ώρα
που
τραγουδούσε
την άρια "Addio del passato”
από την "Τραβιάτα".
Το μαχαίρι τη
βρήκε στην
κορυφαία νότα
της άριας,
δίχως να την
χαλάσει».
Λαϊκός ήρωας,
ή και λυτρωτής –
η υπερήχηση
του υγρού,
γλωσσικού
«λάμδα» δεν
είναι τυχαία –
καταλήγει σε
έναν βασιλιά ο
οποίος ήθελε
να απαλλάξει
από τον πόνο
τους υπηκόους
του. Έτσι και
έγινε. «Υπήρξαν φορές
που ο Πέτρο
θανάτωνε
χωρίς σταματημό
για τρεις
συνεχόμενες
μέρες, ενώ λίγο
πιο πέρα, οι στρατιώτες
έσκαβαν
μεγάλους
ομαδικούς
τάφους για τα
πτώματα και οι
παπάδες
έκαναν
ομαδικές
κηδείες». Πήρε
πολύ καιρό
στον ήρωά
μας να
καταλάβει την
πλεκτάνη και
όταν έφτασε η ώρα
χάρισε στους
ενόχους το
θάνατο. Όχι τον
γλυκό μα και
τον επώδυνο.
Είναι η πρώτη
φορά που ο
αφηγητής μας
χρησιμοποιεί
τη λέξη «έσφαξε». Όμως,
στο κείμενο
αυτό δεν θα
διαβάσετε το
τέλος. Δεν θα
ανακαλύψετε
τα μυστικά της
ιστορίας και
το «γιατί» του
τέλους. Μόνο
μία χάρη. Όταν
το τελειώσετε
βάλτε το cd
με τη Μαρία Κάλλας
να χαιρετά το
παρελθόν και
θα καταλάβετε
γιατί πρέπει
να διαβάσετε
αυτό το
αφήγημα! (Δημοσιεύτηκε
στη Φιλολοφική
Βραδυνή
στις 04-5-2002.) ***** Τάσος Ρέτζιος Τρία
αφηγήματα-παραμύθια Μια
συζήτηση με
τον Θανάση Τριαρίδη
για τα βιβλία
του Πριν
από δύο χρόνια,
με το
αναπάντεχο Ο
άνεμος
σφυρίζει στην Κουπέλα φλέρταρε
με το μαγικό
ρεαλισμό, τα
σκοτεινά
παραμύθια, την
αλληγορία.
Σήμερα ο
Θανάσης Τριαρίδης
πρωτοτυπεί
και πάλι,
επιλέγοντας
να θέσει σε κυκλοφορία
την ίδια
χρονική
στιγμή τρία
αφηγήματα που
ενεργοποιούν
ξανά τα
κοινωνικά
ανακλαστικά των
αναγνωστών. Ο
Θανάσης Τριαρίδης
για έξι χρόνια
ήταν κοντά
στην
αδυσώπητη
καθημερινότητα
των τσιγγάνων:
εργάστηκε ως
εθελοντής και
πολλές φορές
βρέθηκε δίπλα
στα μικρά τσιγγανόπουλα
ως δάσκαλός
τους. Ωστόσο,
όπως λέει ο
ίδιος στον «ΑτΚ»,
«είδα πως ό,τι
και να κάνεις με
αυτά τα παιδιά
των γκέτο,
μέσα στην
υπάρχουσα
κοινωνική
δομή, έχουν, στη
μεγάλη τους πλειοψηφία,
μια
συγκεκριμένη
πορεία
ανακύκλωσης: παραβατικότητα,
ναρκωτικά,
αναμορφωτήρια,
φυλακές… Είναι
οι απόκληροι
της κοινωνίας,
ο τέταρτος
κόσμος που
βγαίνει από τις
καπνοδόχους
του πρώτου».
Βρέθηκε σ’ ένα
αδιέξοδο για
το πώς μπορεί
να βρεί
μια κοινή
γλώσσα με
αυτούς τους
ανθρώπους και
άρχισε να τους
λέει μερικά
γνωστά
παραμύθια.
«Κάποια στιγμή,
όμως, ένιωσα
πως η
Σταχτοπούτα ή
η Ωραία Κοιμωμένη
ήταν πολύ μακρυά
από τον μαχαλά
τους, ιδίως
όταν τα αφηγήσαι
από την ασφαλή
γωνιά σου… Έτσι
σκέφτηκα να
τους έλεγα και
μερικά
παραμύθια που
αφορούν
αυτούς τους ίδιους,
τα αδιέξοδα
της ζωής τους,
τα όνειρά τους.
Κι επειδή δεν
έβρισκα κάτι
ανάλογο από τα
υπάρχοντα
παραμύθια, κάθισα
και τα
σχεδίασα – τα
έγραψα
θαρρείς για να
τα πω στον
εαυτό μου. Τα
αφηγήματα που
έγραψε ο
Θανάσης Τριαρίδης
δεν τα είπε
ποτέ στα τσιγγανόπουλα:
«Λειτούργησε
και πάλι το
‘σύνδρομο της
ασφαλούς γωνιάς’…
Ένιωσα πως δεν
είχα το
δικαίωμα να
αφηγηθώ στους διωκώμενους
από την ίδια
την κοινωνία
μου
τσιγγάνους,
την παραβολή
μου για τον
κόσμο τους,
ιδίως όταν δεν
ζούσα μαζί
τους, δεν ήμουν
μέλος της
κοινότητάς
τους μα κάποιος
που ερχόταν
από έξω και
τους έβλεπε ως
φαινόμενα…
Ήταν ένα
αίσθημα
αδυναμίας κι
απογοήτευσης
συνάμα…» Ωστόσο
ο εκδοτικός
οίκος «Πατάκης»
έκρινε ότι έχουν
ιδιαίτερο
λογοτεχνικό
ενδιαφέρον
και τα εξέδωσε
σε τρεις
εξαιρετικά
καλαίσθητους
ολιγοσέλιδους
τόμους. Το
τρυφερό
μαχαίρι του
Πέτρο Μπόλε,
Η
παγωμένη
καρδιά των
ευτυχισμένων
ανθρώπων και Το
χαραγμένο
σιτάρι
κυκλοφορούν
πια στα
βιβλιοπωλεία
και φέρνουν τον
αναγνώστη
αντιμέτωπο με
μια ιδιαίτερα
αξιοπρόσεκτη
πρόταση. Τι
προτείνουν
αυτά τα τρία
βιβλία;
«Πιστεύω ότι οι άνθρωποι
πάντοτε
χρειάζονταν
παραμύθια με
τον ίδιο τρόπο
που χρειάζονταν
μεγάλες
αφηγήσεις
τρόμου… Άλλοτε
για να ξορκίσουμε
τον εαυτό μας,
κι άλλοτε για
να καταγράψουμε
τα κενά της
συνείδησής
μας, τα ζοφερά
χάσματα που
δεν τολμούμε
να
παραδεχτούμε»,
λέει ο
συγγραφέας. «Οι παροβολές
των τεράτων
μας συχνά
είναι και μια
προβολή της
απόγνωσής μας
για το μέλλον –
ουσιαστικά είναι
ένα κομμάτι
συνείδησης
που τοκίζουμε
ως ανθρώπινη
κοινότητα
στην τράπεζα
του μέλλοντος.
Κάθε καιρός
φτιάχνει και
τις παραβολές
του, τα παραμύθια
που
καλουπώνουν
στην μεγάλη
ανάγκη του: Ας
πούμε, οι αρχαίες
τραγωδίες
είναι η
διερεύνηση
των ορίων της
ατομικότητας
στον κλασικό
κόσμο· ο μύθος
του Χριστού
είναι το
όνειρο όλων
εκείνων των
απελπισμένων
ανθρώπων του
ελληνιστικού
κόσμου που δεν
άντεχαν την
στωική και την
επικούρεια
άποψη για τον
θάνατο. Υπό την
έννοια αυτή τα
παραμύθια
εκφράζουν ένα
βαθύ, ενδεχομένως
υποσυνείδητο,
ανθρώπινο
αίτημα το
οποίο οι
εξουσίες
σπεύδουν να
χειραγωγήσουν.
Αυτό έκαναν οι
θρησκείες,
αυτό έκανε ο
Χριστιανισμός:
μετέτρεψε το
παραμύθι σε Ιερό
(άλλα και
ολέθριο) Βιβλίο…
Έχοντας κατά
νου τούτη τη
διάσταση,
προσπάθησα να
γράψω ιστορίες
με ήρωες
που
αποφασίζουν
να ζήσουν το
δικό τους
θάνατο κι όχι
τον θάνατο που
εξαγγέλθηκε γι αυτούς
από άλλους.
Πιθανώς να
είναι αυτή μια
προσδοκία μου
από το μέλλον: η
άρνηση του
εξαγγελμένο θανάτου…»
Στην
πρώτη από
αυτές τις
ιστορίες
πρωταγωνιστεί
ο Πέτρο Μπόλε,
ένας άνθρωπος
που μισούσε
τόσο πολύ τη
βία ώστε κατασκεύασε
ένα τρυφερό
μαχαίρι για να
δίνει γλυκό
θάνατο σε ζώα
και ανθρώπους.
Ωστόσο
γρήγορα διαπιστώνει
ότι η εξουσία
χρησιμοποίησε
για τα δικά της
σχέδια την
ευαισθησία
του. Στο Χαραγμένο
σιτάρι
αντιπαρατίθεται
«η ισχύς των
φονιάδων
απέναντι στο
Δίκιο των
αθώων». Στην Παγωμένη
καρδιά των
ευτυχισμένων
ανθρώπων ένας
βασιλιάς
θέλει να
καταργήσει
τον θάνατο – μα στην
ουσία
καταργεί την
ίδια τη ζωή. Ο
πιο
προσεκτικός
αναγνώστης θα
διαπιστώσει πάμπολλες
έμμονες καθώς
και αναφορές,
στα τρία
βιβλία οι οποίες
ενίοτε
κινούνται με
τη δική τους
δυναμική. Το
όνομα του
Πέτρο Μπόλε,
για
παράδειγμα,
προέρχεται
από την πομάκικη
λέξη «μπόλε»
(= πολύ) και από
τον Πέτρο των
Ευαγγελίων
που «μάχαιραν
έδωσε και μάχαιραν
θα λάβει». Ή
ακόμα και ο
καλοκάγαθος
βασιλιάς Ιωάννης
του Η
παγωμένη
καρδιά των
ευτυχισμένων
ανθρώπων
προφανώς να
απηχεί τις
μνήμες της
τραγωδίας του Μαξιμιλιανού
Ροβεσπιέρου,
εκείνου που
θέλησε να
επιβάλει την
αρετή στήνωντας
γκολοτίνες
στις πλατείες
του Παρισιού. Υπάρχει
και μια ακόμη
προβληματική
σ’ αυτά τα βιβλία:
ο Τριαρίδης
επιμένει πως
ασφαλής αγάπη
δεν υφίσταται,
όπως άλλωστε
δεν υπάρχει
και ηθική ή
ανήθικη αγάπη.
«Από τις
αρχαίες τραγωδίες
είναι σαφές
πως η
αγριότητα της
αγάπης οδηγεί
στην
ανθρώπινη
περιπέτεια
ακριβώς
επειδή δεν έχει
όρια. Δεν
υπάρχει αγάπη
με μέτρο – μήτε
παρεμπίπτουσα
αγάπη… Η αγάπη
είναι
πρωταρχικό
συναίσθημα
και δεν
ορίζεται από
ηθικό πρόσημο…». «Αυτούς
τους ήρωες,
που με τον
τρόπο τους
μετέχουν στην
αγριότητα και
χάνονται μέσα
της, τους
πιστεύω. Όχι
γιατί απαραίτητα
είναι
αληθινοί, μήτε
γιατί φέρνουν
κάποια σωτηρία
– το αντίθετό,
μόνο χαμό
φέρνουν… Μα
έλκομαι σε
αυτούς που
τραβάνε την
ιστορία τους
μέχρι το τέλος»,
λέει ο Θανάσης Τριαρίδης
για τους
πρωταγωνιστές
των βιβλίων
του. Ωστόσο, αυτόν
τον καιρό εντρυφεί
στη ζωή
κάποιων άλλων
ηρώων,
υπαρκτών
αυτήν τη φορά.
Τον Οκτώβριο
θα
κυκλοφορήσουν
από τους «Σύγχρονους
Ορίζοντες» τα
πρώτα βιβλία
μιας νέας
σειράς που
επιμελείται
και γράφει ο
ίδιος. Η σειρά
«Το νεύμα των ζωγράφων»
περιλαμβάνει 12
βιβλία για
ισάριθμους
ζωγράφους της
δυτικής
ζωγραφικής.
«Είναι κάτι σαν
ένα
ημερολόγιο
περιπλάνησης
στο έργο του
συγκεκριμένου
κάθε ζωγράφο
που
περιλαμβάνει
κείμενο και εικόνες.
Ο στόχος: μια
αφήγηση που
ελπίζω να μην
είναι ούτε ψύχραιμη,
ούτε σοφή, μα
ανώριμη και
ανεξέλεγκτη».
Όπως ακριβώς
και η τέχνη, θα
συμπλήρωνε
κανείς. (Δημοσιεύτηκε
στην
εφημερίδα Αγγελιοφόρος
της Κυριακής,
στις 4-5-2002.) ***** Όλγα Σελλά Σελιδοδείκτες:
Με τον τρόπο
του
παραμυθιού Σε
όλους αρέσουν
τα παραμύθια,
και στους
μικρούς και
στους
μεγάλους. Eίναι
ο
προσφορότερος
τρόπος να
ονοματίσουμε
όσα μας τρομάζουν,
μας πονάνε, μας
θλίβουν. Kι
αν η λαϊκή μας
παράδοση έχει
να επιδείξει
έναν τεράστιο
αριθμό
παραμυθιών κι
άλλους τόσους
παραμυθάδες,
δεν είναι
λίγες οι φορές
που και η
λογοτεχνία καταφεύγει
στην τέχνη του
παραμυθιού,
της αλληγορίας.
Tέσσερα
βιβλία από τα
πιο νέα στο
χώρο της
σύγχρονης
ελληνικής
πεζογραφίας
το
πιστοποιούν. «Tα άλογα της
Aρκαδίας»
του Kώστα Bούλγαρη
(εκδόσεις
«Πόλις») και τρία
του ίδιου
συγγραφέα, του Θεσσαλονικιού
Θανάση Tριαρίδη:
«Tο
χαραγμένο
σιτάρι», «H
παγωμένη
καρδιά των
ευτυχισμένων
ανθρώπων» και «Tο τρυφερό
μαχαίρι του
Πέτρο Mπόλε»
όλα από τις
εκδόσεις
«Πατάκης». [...] O
Θανάσης Tριαρίδης
μετά το «O άνεμος
σφυρίζει στην Kουπέλα»
εστιάζει, στα
τρία του
βιβλία-παραμύθια,
στις ανθρώπινες
αξίες, στα πάθη
των ανθρώπων
και στις δοκιμασίες
τους,
προκειμένου
να
διαφυλάξουν
αρχές και
ιδανικά,
προκειμένου
να
αντιδράσουν
στην
ανθρώπινη
εξουσία και
ανοησία. Eνα
μαχαίρι –του
Πέτρο Mπόλε–
που σκοτώνει
χαρίζοντας
γλυκό θάνατο· η
ιδεοληψία
ενός πρίγκιπα
που πιστεύει
ότι μια
παγωμένη νυχτερίδα
θα φέρει την
ευτυχία στο
λαό του· και οι
γυναίκες ενός
ολόκληρου
χωριού που
γονιμοποιούνται
–και
συνεχίζουν τη
ζωή στο χωριό–
με τους χαραγμένους
σπόρους
σιταριού. Aπορίες και
ερωτήματα που
αιώνες τώρα
επαναλαμβάνονται
και
προβληματίζουν
τους
ανθρώπους. Tο
καταφύγιο, εν έτει 2002, σε
μια μορφή
λόγου όπως το
παραμύθι
μάλλον δεν μοιάζει
να είναι
τυχαίο. (Δημοσιεύτηκε
στην
εφημερίδα Καθημερινή,
στις 25-5-2002.) ***** Μάρη Θεοδοσοπούλου Τρία
αφηγήματα Θανάσης
Τριαρίδης «Το
τρυφερό
μαχαίρι του
Πέτρο Μπόλε»,
«Η παγωμένη
καρδιά των
ευτυχισμένων
ανθρώπων» και
«Το χαραγμένο σιτάρι»,
Εκδόσεις:
Πατάκη,
Απρίλιος 2002 Δεν
επείγεται ο Θ. Τριαρίδης,
μάλλον
αδειάζει το
συρτάρι του,
εκδίδοντας
ταυτόχρονα
τρία αυτόνομα
αφηγήματα που
είχε ήδη έτοιμα
από καιρό, πριν
την έκδοση του
μυθιστορήματός
του, «Ο άνεμος
σφυρίζει στην Κουπέλα», το
2000. Πρώτο
γράφτηκε, το
καλοκαίρι του
1998, «Η παγωμένη καρδιά
των
ευτυχισμένων
ανθρώπων»,
ακολούθησε, το
επόμενο
καλοκαίρι, «Το
τρυφερό
μαχαίρι του
Πέτρο Μπόλε»,
το οποίο και
δημοσιεύτηκε,
σε μια πρώτη
μορφή, στο περιοδικό
«Πίερος»,
την άνοιξη του 2001
(ένα φιλόδοξο
περιοδικό που
δυστυχώς
φαίνεται πως
έμεινε στο
πρώτο τεύχος),
ενώ το τρίτο
και εκτενέστερο
αφήγημα
απασχόλησε
τον συγγραφέα
(σύμφωνα πάντα
με τις εξομολογητικές
σημειώσεις
του στην
τελευταία
σελίδα) από την
άνοιξη του 1999
έως το
καλοκαίρι του
2001. Στον ούριο
άνεμο της
σχετικά
ευμενούς υποδοχής
που έτυχε το
μυθιστόρημα,
εκδόθηκαν και
τα αφηγήματα,
ώστε να
εξασφαλισθεί
ένα κάποιο
συγγραφικό
παρών, το οποίο
στις ημέρες
μας θεωρείται
αναγκαίο να
δίνεται
τουλάχιστον
ανά διετία. Ο
Θ. Τριαρίδης
χαρακτηρίζει
τα αφηγήματά
του παραμύθια
για ενήλικες,
μια και παραείναι
τρομακτικά
για την
ψυχαγωγία
ανηλίκων.
Επίσης, τα
θεωρεί
αλληγορικές
παραβολές,
ανεξάρτητα αν
τα διδάγματά
τους,
τουλάχιστον
για τη
φαντασία ενός μέσου
αναγνώστη,
δείχνουν
άλλοτε σκοτεινά
και
δυσερμήνευτα
και άλλοτε
ιδιαζόντως πρόδηλα,
όπως στο
σύντομο
αφήγημα «Το
τρυφερό μαχαίρι
του Πέτρο Μπόλε»,
όπου ο ήρωας
παρασύρεται
και γίνεται
φονιάς,
παραμελώντας
την αγάπη.
Μάλλον
πρόκειται
για
φανταστικές
ιστορίες που
ανασυνθέτουν,
λίγο-πολύ,
ελεύθερα
γνωστό υλικό
μύθων και
δοξασιών. Όσο για
το
χαρακτηρισμό
νουβέλα,
δείχνει να
περισσεύει σε
αφηγήσεις
περιορισμένες
στις
συμβάσεις του
παραμυθιού, με
πρωταρχική
και πλέον
δεσμευτική την
επανάληψη των μοτίβων. Από
το μαγικό
ρεαλισμό στην παραμυθική
αφήγηση η
απόσταση δεν
είναι μεγάλη,
αν και, θα περίμενε
κανείς, ένας
φιλόδοξος
συγγραφέας να
πηγαίνει
ανάστροφα από
την σχετική
ευκολία της
διαπλοκής
ενός μύθου
στον πολυεπίπεδο
συνδυασμό που
προϋποθέτει
το
μυθιστόρημα
μαγικού
ρεαλισμού.
Πληθωρικός
αφηγητής ο Θ. Τριαρίδης,
με τη στόφα του
παραμυθιού,
αντί να υψώνει
τον πήχυ,
μάλλον
εγκαταλείπεται
στις ευκολίες
του ταλέντου
του. Κοινός
θεματικός
άξονας και στα
τρία πρόσφατα
διηγήματα, η
μάχη του
ανθρώπου με
την εξουσία.
Όπως στα
παραμύθια, και
στα τρία
αφηγήματα
προβάλλει η
μορφή ενός
βασιλιά, αν και
μόνο σε ένα, ο
κεντρικός ήρωας
είναι
πριγκιπόπουλο,
ενώ σε ένα άλλο,
καθοριστικό
ρόλο παίζει
μια
βασιλοπούλα.
Στην εξουσία
του βασιλιά
δίνονται
προεκτάσεις
που θέλουν
αλληγορικά να
σηματοδοτήσουν
τη σύγχρονη
εποχή, και σε
ορισμένα
σημεία μια
άλλη εποχή
μελλοντική
και πλέον
επίφοβη.
Ευδιάκριτος
είναι και ένας
δεύτερος
πυρήνας, ο
αγώνας του
ανθρώπου με
τις δικές του
αντοχές και
πεποιθήσεις.
Θεός δεν
υπάρχει στα
αφηγήματα, αντ’
αυτού
δεσπόζουν οι
ιδέες του
δίκαιου και
του καλού. Και
πάλι ο
συγγραφέας
δείχνει
ιδιαίτερα
προικισμένος
στην επινόηση
και περιγραφή
φανταστικών τόπων
με μαγική έως
δαιμονική
ατμόσφαιρα.
Στο εντελέστερο
αφήγημα, «Το
χαραγμένο
σιτάρι», πλάθει
έναν
εντυπωσιακό
τόπο, το χωριό Ανεμόδεντρο,
σκαρφαλωμένο
στα βράχια
ενός άγριου
βουνού, με σπίτια
καμωμένα από
μαύρη πέτρα. Το Ανεμόδεντρο
ανήκει σε ένα
Μεγάλο
Βασίλειο, όπου
κυβερνούν έκλυτοι
και
παρανοϊκοί
ηγεμόνες. Σε
αντίθεση με
τους τόπους
όπου
εκτυλίσσονται
τα άλλα δύο
αφηγήματα, το
ωχρό και
ελάχιστα
υποβλητικό
«μεσόγειο
χωριό της Θράκης,
στα μέσα του δεκάτου
ένατου αιώνα» ή
την
επικράτεια
της
«Λυκοφωλιάς», που
η περιγραφή
της δείχνει
μάλλον
στερεότυπη. Στο
«Χαραγμένο
σιτάρι»
δανείζεται
από την
Οδύσσεια το
μύθος της
Κίρκης,
ευφάνταστα
παραλλαγμένο
και χωρίς την,
κατά τον Όμηρο,
ευτυχή
κατάληξη. Θα
λέγαμε πως
πρόκειται για
ένα παραμύθι
που
στηρίζεται
στη λαϊκή ρήση,
«ο φόβος φυλάει τα
έρημα», αρχή την
οποία
εφάρμοσαν
πλείστα όσα βασίλεια
αλλά και
απολυταρχικά
καθεστώτα. Η εν
λόγω φανταστική
ιστορία θα
μπορούσε να
ευδοκιμήσει
πολύ περισσότερο,
αν
διανθιζόταν
και με λίγο
χιούμορ. Η ευρηματική,
λ.χ., εμπλοκή των
χοίρων, οι
οποίοι εξυψώνονται
από τον
βασιλιά σε
παραδειγματικό
πρότυπο, πιστεύουμε
πως προσφέρει
μια καλή
ευκαιρία για να
στηθούν
σκηνές
παρωδίας. Και
στα άλλα δύο
αφηγήματα,
κατά τη γνώμη
μας, υπάρχουν
ευρήματα τα
οποία ο συγγραφέας
δεν
εκμεταλλεύεται
αρκούντως,
όπως, για παράδειγμα,
η ερωτική
σχέση του
Πέτρο Μπόλε
με τη βουβή
βασιλοπούλα.
Στα μοντέρνα
παραμύθια, μάλλον δεν
χρειάζεται
τόση
προσκόλληση
στους κανόνες
δόμησης και τα
ηθοπλαστικά
επιμύθια. Από
τα αφηγήματα
του Θ. Τριαρίδη
συγκρατούμε
την
απρόσκοπτη
παρατακτική
αφήγηση που
γίνεται συναρπαστική
όταν
περιγράφει
γκροτέσκο
καταστάσεις
και
απάνθρωπους
ηγεμόνες. Η
διήγηση, ωστόσο,
κατά τόπους,
μολύνεται από
την καταγγελτική
διάθεση του
συγγραφέα που
εκφράζεται σε
υψηλούς τόνους,
ιδίως στις
καταληκτικές
σελίδες των
αφηγημάτων.
Παρεμπιπτόντως,
το ξερίζωμα
της καρδιάς είναι
ένα
τετριμμένο μοτίβο, για
να
επαναλαμβάνεται
και μάλιστα σε
δύο ιστορίες. Την
τελευταία
διετία
εμφανίστηκαν
δύο Θεσσαλονικείς
συγγραφείς, ο Θ. Τριαρίδης
και ο Γ. Γκόζης.
Γύρω στα
τριάντα και οι
δύο, έδειξαν, με
τα πρώτα τους
βιβλία, να
υπόσχονται
ωριμότερους
καρπούς. Θα ήταν
κρίμα, να τους
δούμε να
κατατρίβονται,
διαγκωνιζόμενοι
στην εκδοτική
αγορά της
Αθήνας. Αν και
αναγνωρίζουμε
πως διψομανείς
εκδότες και
δημοσιογράφοι
διαθέτουν
ποικίλα μέσα,
πειστικότερα
και από τη
σαγήνη της
μυθικής Κίρκης,
για να
παρασύρουν
έναν
εκκολαπτόμενο
συγγραφέα. (Δημοσιεύτηκε
στην
εφημερίδα Εποχή
στις 14-7-2002.) ***** Κωστής
Παπαγιώργης [Βιβλιοκρισίες] Θανάσης
Τριαρίδης,
Το τρυφερό
μαχαίρι του
Πέτρο Μπόλε,
Εκδόσεις
Πατάκη, 2002, σελ. 48. Γυρεύοντας
μια βαθύτητα
που δεν ξέρει
ακριβώς αν βρίσκεται
στην ίδια την
ιστορία ή τον
τρόπο που αφηγείται,
ο Τριαρίδης
επιδεικνύει
σημαντική
δεξιοτεχνία
στον τρόπο που αντιπαρέρχεται
τις τεχνικές
δυσκολίες.
Ακόμη πάντως
έχουμε την υποψία
ότι δεν
χτύπησε μέσα
του την φλέβα
που θα του
δώσει την
δύναμη που
προσδοκά. (Δημοσιεύτηκε
στο περιοδικό Αθηνόραμα,
τεύχος 119, στις
22-7-2004.) ***** Μάνος Κοντολέων Από το
Τρυφερό
μαχαίρι μέχρι
το Χαραγμένο
σιτάρι Θανάσης
Tριαρίδης:
1) «Tο
τρομερό
μαχαίρι του
Πέτρο Mπόλε»
σελ. 44. 2 «H
παγωμένη
καρδιά των
ευτυχισμένων
ανθρώπων» σελ. 73.
2 «Tο
χαραγμένο
σιτάρι» σελ. 115. Eκδόσεις
Πατάκη, 2002. O
Θανάσης Tριαρίδης
είναι ένας
νέος
συγγραφέας.
Πριν από δύο
περίπου χρόνια
κυκλοφόρησε
το πρώτο του
βιβλίο, το
μυθιστόρημα «O
άνεμος
σφυρίζει στην Kουπέλα». Oσο καλή και
αν είναι η
πρώτη
εμφάνιση ενός
συγγραφέα,
καλό θα είναι
να περιμένει
κανείς και μια
δεύτερη
απόδειξη του
ταλέντου του.
Πολύ συχνά
κριτικοί και
κοινό σπεύδουν
να αποθεώσουν
το έργο
κάποιου
νεοφερμένου
και στη
συνέχεια
απογοητεύονται
(αν και δεν εκτίθενται
κιόλας). O Tριαρίδης
με το πρώτο του
μυθιστόρημα
μάς έκανε να
σκεφτούμε ότι
έχουμε
μπροστά μας
ένα σημαντικό
ταλέντο. Bιβλίο
ογκώδες, που
όμως
κατάφερνε να
κρατάει
ισορροπίες
αφήγησης και
δομής και
διέθετε θέμα
εντελώς πρωτότυπο. Για
να αποδείξει
το ταλέντο του
ο συγγραφέας
διάλεξε έναν
τρόπο μάλλον
ασυνήθιστο
και ασφαλώς
παρακινδυνευμένο.
Γιατί έπειτα
από ένα
πολυσέλιδο
και
πολυπρόσωπο
έργο, έπειτα
από ένα
μυθιστόρημα
που άγγιζε τα
όρια μιας ιδιότυπα
προσωπικής saga, μας δίνει
να διαβάσουμε
τρία
ολιγοσέλιδα
κείμενά του,
τρία
διηγήματα που
μάλιστα δεν τα
τοποθετεί όλα
μαζί στον ίδιο
τόμο, αλλά τα
αφήνει να βρούνε
τον δρόμο τους
σε τρεις
αυτόνομες
εκδόσεις. Πιστεύω
ότι ο Tριαρίδης
από το
μυθιστόρημα
πήγε στο
διήγημα, γιατί
θέλησε να
ανασυγκροτήσει
τις δυνάμεις
του. Oι
τεχνικές
αφήγησης στο
διήγημα
απαιτούν μια
κάπως
τσιγκούνικη
συγγραφική
διάθεση που, με
άλλο τρόπο
ειπωμένο,
είναι
συνώνυμο του
αυτοελέγχου. Aλλά το
στίγμα του, ο
τρόπος με τον
οποίο βλέπει
τον κόσμο
παραμένει ο
ίδιος. Mια
ματιά παιδική
που έχει δίπλα
στο ξάφνιασμα
και τη σοφία
της κατανόησης
και της
αλληλεγγύης. Tρία
διηγήματα
γραμμένα σαν
παλιά
παραμύθια. Kινούνται
σε χώρους και
τόπους μη
απολύτως
οριζόμενους
αλλά τελικά
διαβάζονται
και ως
αλληγορίες –
όπως άλλωστε
κάθε γνήσιο
και προορισμένο
να επιβιώσει
παραμύθι. Στο «Xαραγμένο
σιτάρι» ο Tριαρίδης
αναφέρεται
στην προδοσία
και στην
τιμωρία όσων δειλιάζουν
να
υπερασπιστούν
τους
προγόνους
τους. Στο «Tρυφερό
μαχαίρι του
Πέτρο Mπόλε»
παρακολουθούμε
το δράμα ενός
ανθρώπου που η
εξουσία
εκμεταλλεύεται
τις αγαθές του
προθέσεις
συνεισφοράς
στο κοινό καλό.Στο
«H παγωμένη
καρδιά των
ευτυχισμένων
ανθρώπων» διαβάζουμε
την ιστορία
ενός βασιλιά
που έκανε το
λάθος να
βγάλει από τη
ζωή των
υπηκόων του τη
λύτρωση του
θανάτου. Στην
ουσία τα τρία
διηγήματα μάς
μιλάνε για
προβλήματα
της σημερινής
εποχής, μιας
εποχής
κατανάλωσης
και άγρας της
ψεύτικης ευδαιμονίας.
Kαι ο Tριαρίδης
πείθει ότι
είναι ένας από
τους πιο
σημαντικούς νέους
μας
συγγραφείς.
Γιατί
γνωρίζει και
τη γλώσσα να
χρησιμοποιεί
και το υλικό
της έμπνευσής
του να δομεί
σωστά. Nα
σημειώσουμε
την
ιδιαιτέρως
προσεγμένη
έκδοση των
τριών
διηγημάτων, σε
μορφή και
σχήμα απόλυτα
εναρμονισμένα
με το ύφος των
κειμένων. (Δημοσιεύτηκε
στην
εφημερίδα
Καθημερινή στις
19-11-2002.) ***** Σωτηρία
Σταυρακοπούλου Αμφίσημα
και
αλληγορικά Θανάσης
Τριαρίδης,
Η παγωμένη
καρδιά των
ευτυχισμένων
ανθρώπων,
Εκδόσεις
Πατάκης, Αθήνα,
2002, σ. 74. Το
κείμενο
αναφέρεται σε
ένα νέο
πρίγκιπα, τον
Ιωάννη, που
αναζητά και
τελικά
βρίσκει την
ευτυχία, προκειμένου
να απαλλάξει
το λαό του από
τα δεινά της
δυστυχίας. Στο
δρόμο της
αναζήτησής
του αυτής,
συναντά έναν
περίπου
συνομήλικό
του τσιγγάνο,
τον Πετράν,
ο οποίος τον
βοηθά
παίζοντας τη
φλογέρα του ως διαμεσολαβητικό
στοιχείο προς
την ευτυχία. Το
ταξίδι
στέφεται με
επιτυχία, όταν
ο Ιωάννης
κλέβει από τον
Μεγάλο Βασιλά
της λεγόμενης
«Πόλης των
Ευωδιών» (σ. 23) ένα
κασελάκι με
μια παγωμένη
νυχτερίδα. Το
κείμενο
ξεκινά με μια
αναφορά σε δύο
αντίθετες
λειτουργίες
(με την έννοια
που αποδίδει
στον όρο o V. Propp), την
επιτυχία και
τη δυστυχία,
αποκαλύπτοντας
μιαν αντίστιξη
νοηματική. Η
έλλειψη της
ευτυχίας είναι
η αιτία του
ταξιδιού και,
παράλληλα, ο
στόχος του, με
την έννοια της
αναζήτησής
της. Από την
άλλη, η υπερβολή
της «κακίας, του
φόβου και της
θλίψης» (σ. 10) καθιστούν
τον νέο από
παθητικό
δέκτη,
ενεργητικό υποκείμενο.
Έτσι
προετοιμάζεται
η κατά τον C. Bremond
«διαδικασία
βελτίωσης». Με
την έναρξη του
ταξιδιού, ο
αφηγηματικός
χώρος διευρύνεται.
Οι άξονες της παραμυθικής
αφήγησης
είναι φανεροί.
Βρισκόμαστε
σε έναν
άγνωστο, χωρίς
κανένα τοπικό
και χρονικό όριο
τόπο, όπου
υπάρχουν
δυνατότητες
περιγραφής του
υπερφυσικού. Ο
τσιγγάνος Πετράν
είναι το
πρόσωπο-σύμμαχος,
που γίνεται
κίνητρο δράσης,
αφού
κινητοποιεί
τη θέληση του ήρωα για
συνέχιση της
περιπλάνησής
του. Κατέχει
ένα μαγικό
μέσο, τη
φλογέρα, που
τραγουδά μόνη
της, (μαγική
λειτουργία, παραμυθική
διάσταση)
παρηγορώντας
τον ήρωα
στον δύσκολο
δρόμο προς την
ευτυχία. Η
παρουσία ενός
άλλου
προσώπου, του
Μεγάλου
Βασιλιά, είναι
επιβλητική, με
έμμεση
υπογράμμιση
του
υπερφυσικού
στοιχείου.
Ταυτίζεται με
τον Χρόνο, αφού
διακηρύσσει
την εναλλαγή
της τύχης των
ανθρώπινων
πραγμάτων. Η
άποψη αυτή
κυρώνει προς
το παρόν της
προσδοκία
βελτίωσης,
αλλά
παράλληλα
προετοιμάζει
την ανταμοιβή
(την αποκάλυψη
του μυστικού
της αιώνιας
ευτυχίας) ως αναπλήρωση.
Η συνάντηση
του ήρωα
με τον Μεγάλο
Βασιλιά (Χρόνο)
θα μπορούσε να
θεωρηθεί ως
στιγμή
δοκιμασίας
για τον ήρωα
(πρόκειται,
ουσιαστικά,
για το μόνο
εξωτερικό εμπόδιο
στην
ευθύγραμμη –
αφηγηματική –
πορεία του) και,
παράλληλα
(αμφίσημα),
παρουσία ενός
συμμάχου. Το
πρόσωπο αυτό
αντιπροσωπεύει
ένα από τα
συστήματα
πληροφόρησης
του κειμένου,
αφού
πληροφορεί
τον ήρωα
για την πορεία
της
αναζήτησης,
και
ταυτόχρονα ακυρώνει
αυτή την
πληροφόρηση,
αφού
επικαλείται
την αδυναμία
αλλαγής. Στο
επίπεδο των
προσώπων-αξόνων
της αφήγησης, η
παρουσία του
Χρόνου
σηματοδοτεί
αλληγορικά τη
λήξη της οδοιπορίας
του ήρωα.
Από την άλλη,
ενισχύει την
ένταξη του
κειμένου στη
φανταστική
–αλληγορική
λογοτεχνία. Στο
δεύτερο μέρος
του κειμένου, η
αρχική
αντίθεση ανάμεσα
στην ευτυχία
και τη
δυστυχία
ανασκευάζεται.
Οι έννοιες
παρουσιάζονται
αμφίσημες και
η αμφισημία
αυτή είναι
σημαντική για
την αφήγηση
που ακολουθεί.
Η επιτυχία του
ταξιδιού
χαρακτηρίζεται
με ένα τρόπο
που προκαλεί
εννοιολογική
αντίφαση. Η
ευτυχία φτάνει
να ταυτιστεί
με το θάνατο. Συνοψίζοντας:
Η πορεία προς
την ευτυχία
περιγράφεται
ως μια
αλληγορία
(πορεία ζωής). Το
κείμενο σχετίζεται
με τα γνωστά
παραμύθια
«προς την Τύχην
οδοιπορίας»,
στα οποία
ανήκει και ο
βυζαντινός δημώδης
Λόγος
παρηγορητικός
περί
Δυστυχίας και
Ευτυχίας. (Δημοσιεύτηκε
στο περιοδικό Αντί,
τεύχος 799/31-10-2003.) ***** Χάρη Ποντίδα [Για
την Μουγγη
καμπάνα] Το
ένατο
πεζογραφικό
βιβλίο του
Θανάση Τριαρίδη
είναι και αυτό
(κοντά στα άλλα)
μια ιστορία με
χρυσά
μαχαίρια, μαγικά
δάκρυα,
θεσπέσιες
μουσικές,
σφαγές και
έρωτες. Όλα
ξεκίνησαν το
καλοκαίρι του
χίλια εκατόν ενενήντα
ένα μετά τον
Χριστό, τότε
που ένας
σκοτεινός κοκκινογένης
Άραβας
καβαλάρης
φάνηκε μιαν
άνοιξη στη
Χαλκιδική.
Αφήγημα που
διατρέχει
τους αιώνες,
ανατρέχει σε
μνήμες και
θρύλους της
Ορθοδοξίας
και αναβιώνει
το κλίμα των
κλασικών
παραμυθιών. (Δημοσιεύτηκε
στο Βιβλιοδρόμιο
των Νέων στις
10-1-2004.) ***** Σταυρούλα Σκαλίδη Για
τις τέσσερις ιστορίες
δακρύων […]
Ο Τριαρίδης
φέρει στη
λογοτεχνική του
ταυτότητα
κάτι από τη
δίψα για
ελευθερία και
την έντονη
υπαρξιακή
αγωνία του
Καζαντζάκη·
κάτι από την
κοσμοπολίτικη
ψυχαναλυτική
ματιά του Εμπειρίκου·
κάτι από την
απλότητα και
την κλασική παιδεία
του Καβάφη·
κάτι από την
ειρωνεία του
Καρυωτάκη·
κάτι από τη
θρησκευτικότητα
της ψυχής του
Ντοστογιέφσκι·
κάτι από το
μαγικό
ρεαλισμό του
Μάρκες – άνετα
τον λες Μάρκες
των Βαλκανίων
για τα πρώτα
του έργα (το
μυθιστόρημα Ο
άνεμος
σφυρίζει στην Κουπέλα
και τα τέσσερα
αφηγήματα των
χρόνων 2002-2003) […] (Δημοσιεύτηκε
στη
Φιλολογική Βραδυνή
στις 29-11-2010.) ***** Γαλάτεια-Ελένη
Βασιλειάδου Για
τις τέσσερις ιστορίες
δακρύων Ο
κεραυνοβολημένος
Πέτρο Μπόλε,
που έμελλε να
σκοτώνει
αθώους – με το
ποτισμένο από
την Οργή
και τη Δροσιά
του Θεού
μαχαίρι του. Η παγωμένη
ανάσα μιας
βαλσαμωμένης
νυχτερίδας. Οι
υπήκοοι κάθε Λυκοφωλιάς:
δουλικά
υποταγμένοι
στην αιώνια
ευτυχία και
θαλερότητα
–δηλαδή στην
αιώνια
σκλαβιά. Η
έμπυρη καρδιά
ενός
δολοφονημένου
γέρο-τσιγγάνου.
Ορδές θνητών
που με κάθε
λογής κίνητρο αναζητούν
το συνδετικό
κρίκο μεταξύ
Θεού και
ανθρώπου. Φεγγαρόπετρες,
ελιξίρια κατά
της
νοσταλγίας, μαυρολούλουδα
και
μετανιωμένες
αστραπές. Το
Άδικο που
είναι η σκιά
του Δικαίου. Ο
φόνος γίνεται αγάπη του
Θεού ή χρέος
της εξουσίας.
Ένας
αιμοδιψής
ηγεμόνας
οδηγεί στην στραγγάλη
τα ανυπότακτα
αρσενικά. Τα
θηλυκά
γονιμοποιούνται
με τις ψυχές
των νεκρών
αντρών. Ένας
ανεξέλεγκτος
διάδοχος,
διχάζει τους
ανεμόδαρτους
χωριανούς φέρνοντάς
τους
αντιμέτωπους
με το
παραληρηματικό
δίλημμα: προγονοφαγία
ή θάνατος. Ένας
εξωμότης Ασσασίνος
που περπατά το
δρόμο της
αγάπης. Μια
καμπάνα μουγγαίνεται.
Ένας
αλχημιστής
των ήχων
μπορεί να σώσει
τους ενόχους
από τα πνιγηρά
αίματα των
σφαγών που
διέπραξαν. Κι ο
λυτρωμός δεν υπάρχει
στην τιμωρία
των ενόχων, μα
στη θυσία των
αθώων. Ασύδοτοι
δεσπότες και
καταστρατηγημένοι
άνθρωποι: είναι
τραγικοί ήρωες
ή
ενσυνείδητοι
δεσμώτες,
ανήμποροι να
αναλάβουν την
ευθύνη των
επιλογών τους;
Το Καλό και το
Κακό ανακατεύονται,
όπως οι
ζωντανοί με
τους
πεθαμένους
τις νύχτες που
κάποιο
ανθρώπινο
χέρι χαϊδεύει
την
παντοδύναμη
καμπάνα της
Ευλογιάς. Τα
θύματα και οι
θύτες
συγχωνεύονται
και
εναλλάσσονται:
πάντα
θα γεννιούνται
καινούριοι
δυστυχισμένοι.
Ο θάνατος,
ιδωμένος ως
τέλος ενός
άσκοπου και
αέναου
παραλόγου,
γιορτάζεται
πανηγυρικά,
ενώ η αγάπη, το
άλλοτε αντίδοτο
του χαμού,
γίνεται
αντίτιμο του
θανάτου. Ο
Πέτρο Μπόλε,
ο Καλάγαθος
Ιωάννης, ο
Βασιλιάς
Θεόδωρος, ο
Ισμαήλ Αλ Ικσίρ
είναι ο
αντικατοπτρισμός
σου. Κυλούν
στις φλέβες
σου από την
στιγμή που
γεννιέσαι και
αργά ή γρήγορα
θα
αναμετρηθείς
μαζί τους. Κι
εσύ, όπως κι εγώ,
είσαι και
αδίστακτος
διώκτης και
τρυφερός
σφαγέας.
Κανένα άλλοθι
δε θα σε
απαλλάξει από
το βάρος της
ευθύνης σου.
Καμιά
αυτοεξορία δε
θα σε απομακρύνει
από την
πατρίδα της
συνείδησης. (Δημοσιεύτηκε
στο
οπισθόφυλλο
της
συγκεντρωτικής
έκδοσης των
τεσσάρων ιστοριών
δακρύων που
κυκλοφόρησε
τον Νοέμβριο
του 2010 από τις
εκδόσεις δήγμα - http://ekdoseis-digma.blogspot.com/2010/11/blog-post.html)
|
|