Θανάσης Τριαρίδης

 

Μικρή σημείωση για τον αυτοπροσδιορισμό των ανθρώπων

 

 

 

            Φίλοι και γνωστοί με ρωτούν με απορία ελικρινή: «γιατί έχεις κολλήσει τόσο με τον εθνικισμό»; Στ’ αλήθεια, πώς απαντάει κανείς σε αυτήν την ερώτηση; Μια εκδοχή είναι να θυμηθεί πως και οι τέσσερις παππούδες του, οι δύο Θρακιώτες και οι δύο Μικρασιάτες, ήσαν θύματα εθνοκάθαρσης. Μια άλλη να σκεφτεί πως ο πολιτισμός, κατά έναν ορισμό του, δεν είναι τίποτε άλλο από τον αγώνα των ανθρώπων να προσπεράσουν τον παμπάλαιο φόβο, το θεσμοθετημένο μίσος, τις δοξολογίες του τρόμου και του θανάτου – αυτό που ο Φρόιντ ονόμασε «ένστικτο της αυτοκαταστροφής».

 

            Τα έθνη είναι μία από τις φονικότερες ανθρώπινες θεωρητικές κατασκευές – πιθανώς η φονικότερη μετά τις θρησκείες. Για περισσότερα από διακόσια χρόνια, από το χάραμα του 19ου αιώνα μέχρι τις μέρες μας, γενιές ανθρώπων η μια μετά την άλλη προσφέρονται σε έναν αλλόκοτο Μινώταυρο, σε ένα φαντασιακό τέρας που θρέφεται με σάρκες αθώων, με την υφαρπαγή του μέλλοντός τους και την καπηλεία της μνήμης τους («γενιές φαρμάκι – αιώνες φαρμάκι» γράφει ο Σεφέρης). Από τα Βαλκάνια και τη Μικρασία μέχρι τη Μέση Ανατολή, από την Αρμενία μέχρι τη Μαντζουρία, από την Ινδία μέχρι την Αφρική, από την Ευρώπη μέχρι το Μεξικό, για δυο αιώνες οι άνθρωποι σφαγιάζουν όσους τους έμαθαν πως έχουν «ακάθαρτο» αίμα σε αντίθεση με το δικό τους, το «καθαρό» και «ευλογημένο». Άραγε μετά από τόσα εκατομμύρια νεκρούς και ολόκληρες κοινωνίες εκπαιδευμένες στο μίσος και τον ρατσισμό, με ποιαν κοινή γλώσσα μπορούμε να ξεπεράσουμε τις τεχνητές διαχωριστικές γραμμές – του κόσμου μας και της μυαλού μας;

 

            Να ένα μεγάλο διακύβευμα του καιρού μας: σε έναν κόσμο ενοποιημένο από την τεχνική, οι άνθρωποι για να ζήσουν πραγματικά μαζί, έχουν να προσπεράσουν τα εντός τους συρματοπλέγματα, τις θεσμοθετημένες θρησκείες και τα θεσμοθετημένα έθνη. Αυτός είναι ο λόγος που θα ψήφιζα υπέρ της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Ένωσης, όσο κι αν βλέπω φοβικό και λειψό το προσχέδιο της συνταγματικής συνθήκης της: γιατί αντιλαμβάνομαι τον ενιαίο ευρωπαϊκό πολιτικό κανόνα ως ένα βήμα (προσοχή: μονάχα ένα βήμα) για την απελευθέρωση των ανθρώπων από τις αποπνικτική δεσποτεία της θρησκείας και τους φονικούς εθνικισμούς.

 

            Κι εδώ μια παρένθεση: όσοι γυρεύουμε μια αντιπρόταση στην Ευρώπη-φρούριο (η οποία αποτελεί και τη σημερινή πραγματικότητα) έχω την αίσθηση πως, πέρα από έτοιμα συνθήματα, έτοιμες ρητορείες και έτοιμες λύσεις, έχουμε να ξανασκεφτούμε σοβαρά τον ουμανισμό (την αναγνώριση της ανθρώπινης αξίας έναντι της συλλογικής στοχοθεσίας). Μπορεί άραγε να αναπτυχτεί ετούτη η αξία εντός των εθνικών κρατών και των θρησκειών; Κάθε σύνταγμα είναι ένας κανόνας προστασίας των αδυνάτων από την επιβολή της ισχύος: είναι δηλαδή μια επινόηση στη βάση της ουμανιστική. Κι αν το συνταγματικό κείμενο που διαβάζουμε είναι ιδιαίτερα φοβικό (και έτσι είναι), η άρνηση της ανάγκης ενός Συντάγματος είναι ακόμη φοβικότερη, καθώς εγκαταλείπει τα ανθρώπινα δικαιώματα στους νόμους της αγοράς (για αυτόν τον λόγο, σε ολόκληρη την ιστορία οι άνθρωποι κατέβαιναν στους δρόμους για να ζητήσουν συντάγματα και όχι για να τα αρνηθούν). Καλό θα ήταν να σκεφτούμε πως τα συνταγματικά κείμενα διαμορφώνονται από τις διεκδικήσεις των πολιτών τους – και ποτέ δεν χαρίστηκαν: απομένει στα χέρια των πολιτών της Ευρώπης να διεκδικήσουν ένα Σύνταγμα ουμανιστικότερο και ανοιχτότερο – μα αυτό είναι κάτι ολότελα διαφορετικό από το να αρνηθούν την ανάγκη της ύπαρξής του. Επίσης καλό θα ήταν να ξανασκεφτούμε (και να ξανασκεφτόμαστε διαρκώς) το ποιο είναι το όνειρό μας (: η ουτοπία μας) για το μέλλον: για μένα, για τη δική μου οπτική, ετούτη η Ενωμένη Ευρώπη είναι θεμελιακό ζητούμενο, όχι ως αυτοσκοπός (κάτι τέτοιο θα ήταν ολέθριο), αλλά ως προστάδιο· ο (ουτοπικός;) προσανατολισμός παραμένει η Ενωμένη Γη, οι Ενωμένες Πολιτείες ολόκληρου του κόσμου – για να ξαναθυμηθώ τον Εμπειρίκο. Και η (τελικά όχι και τόσο μικρή) παρένθεση κλείνει εδώ.

 

            Με ρωτούν πολλοί:  δηλαδή κατά τη γνώμη σου δεν υπάρχει γαλλικό έθνος ή αγγλικό ή ρώσικο ή ελληνικό; Όχι, φίλοι μου, δεν υπάρχουν έθνη. Υπάρχει γαλλικός πολιτισμός ή αγγλικός ή ρώσικος ή ελληνικός (και φυσικά και πολιτισμός της Σρι Λάνκα ή της Νέας Γουινέας), υπάρχουν γλώσσες, κοινωνικές δομές, πολιτισμικές παραδόσεις – κι όλα αυτά υπό διακρή εξέλιξη, αναδιαμόρφωση, διάλογο και ανάμειξη μεταξύ τους, ενταγμένα σε ευρύτερα σύνολα (Δύση, Ισλαμ, Ινδία, Κίνα, Νοτιανατολική Ασία κ.ο.κ.) και διακλαδωμένα σε απειράριθμα υποσύνολα. Αν κάποιοι αποφάσισαν να τετραγωνίσουν αυτούς τους πολιτισμούς και να τους εντάξουν σε φενακισμένες «εθνικές οντότητες», για να αιματοκυλήσουν τους ανθρώπους, να κάνουν εθνοκαθάρσεις, ολοκαυτώματα και γενοκτονίες, αυτό δεν σημαίνει πως ένας τέτοιος τετραγωνισμός δεν είναι μια πράξη ιδεολογικής βίας και απανθρωπιάς. Εκτός βέβαια αν δεχτούμε πως υπάρχουν «εθνικά γονίδια» και «εθνικό αίμα» - μα τούτες είναι οι παράλογες αρχές της φυλετολογίας και της ευγονικής.

 

            Τέλος ένας αναγνώστης μου επιμένει: «αφού δεν δέχεστε την ύπαρξη μήτε του ελληνικού μήτε κανενός άλλου έθνους, πώς είναι δυνατόν να υπερασπίζεστε με τόση ζέση όσους δηλώνουν πως είναι εθνικά Μακεδόνες ή εθνικά Τούρκοι;» Απαντώ για πολλοστή φορά – κι ας μου συχωρεθεί η ρητορεία: Υπερασπίζομαι και θα υπερασπίζομαι το δικαίωμα των ανθρώπων να υπάρχουν και να πιστεύουν αυτό που θέλουν (τούτη η δυνατότητα είναι ένα από τα συστατικά της ύπαρξής μας).  Υπερασπίζομαι και θα υπερασπίζομαι, όσο μπορώ, το δικαίωμα των ανθρώπων να μιλούν όποια γλώσσα τους εκφράζει, να μετακινούνται σε όποια γη θέλουν, να λατρεύουν όποιον θεό θέλουν ή και κανέναν, να υποστηρίζουν όποια ποδοσφαιρική ομαδα επιθυμούν. Υπερασπίζομαι και θα υπερασπίζομαι, όσο μπορώ, το δικαίωμα τους να αυτοπροσδιορίζονται, να λογαριάζουν ανεμπόδιστα (: δίχως χαστούκια, εκτοπίσεις, μουρουνόλαδα και κομμένες γλώσσες) τους εαυτούς τους εθνικά Μακεδόνες ή εθνικά Τούρκους ή ό,τι άλλο επιθυμούν – κι όταν μάλιστα πρόκειται για μειονοτικές ομάδες που για δεκαετίες δέχτηκαν και δέχονται την πολύμορφη βαρβαρότητα του κυρίαρχου εθνικού κράτους, πραγματικότητα που αναμφίβολα ισχύει για τους Μακεδόνες και τους Τούρκους της Ελλάδας, η μεγαλόφωνη και καθαρή υποστήριξη των δικαιωμάτων τους γίνεται ακόμη επιτακτικότερη ανάγκη. Μα τίποτε από όλα αυτά δεν συνεπάγεται το ότι πιστεύω στην ύπαρξη εθνών και εθνοτήτων ή πως δεν τα λογαριάζω για απάνθρωπες κατασκευές που αιματοκυλίζουν τον κόσμο. Οι προσεκτικοί αναγνώστες της στήλης γνωρίζουν πως ούτε στις θρησκείες πιστεύω (για την ακρίβεια τις αποστρέφομαι), ωστόσο θα αγωνιζόμουνα με κάθε τρόπο για το δικαίωμα των πιστών τους να πηγαίνουν στις εκκλησιές τους και τα μοναστήρια τους, τα τζαμιά ή τις συναγωγές τους και να λατρεύουν ανεμπόδιστοι τον θεό τους. Με την ίδια ζέση θα υπερασπιζόμουν το δικαίωμά τους να δηλώνουν εθνικά Έλληνες ή Κινέζοι ή Σουμέριοι, απευθείας απόγονοι του Διονύσου ή του Τουταγχαμών, οπαδοί της Ρεάλ Μαδρίτης ή οπαδοί της Φενέρ Μπαχτσέ, σαϊεντολόγοι ή δωδεκαθεϊστές, μύστες του δέκατου τρίτου θεού ή εκπρόσωποι του Αιώνιου Ήλιου, μεσσίες ή ακόμη και εξωγήινοι – γιατί το δικαίωμά (το κάθε δικαίωμα) των ανθρώπων είναι σημαντικότερο από την όποια διαφωνία μας μαζί τους. Εξάλλου, για τους ίδιους λόγους είχα μιλήσει, από αυτές τις γραμμές, για το δικαίωμα των γυναικών του Ισλάμ να φορούν μαντίλα (κι ας θεωρώ την μαντίλα μια κινητή φυλακή της αποκρουστικής θεοκρατίας) αλλά και για το δικαίωμα των συμπολιτών μας να πιστεύουν στον φασισμό (παρόλο που αυτοί οι ίδιοι φασίστες μου στέλνουν mail απειλώντας να μου σπάσουν το κεφάλι).

 

            Κοντολογίς: υπερασπίζομαι και θα υπερασπίζομαι το δικαίωμα του καθενός σε μια δυνατότητα· να διαχειρίζεται τη ματαιότητά του (ή την αιωνιότητά του), να αποφασίζει μονάχος του το αν και κατά πόσο τον αφορούν τα ρήματα dubito ή cogito ή credo ή όποιο άλλο. Οι άνθρωποι είμαστε σημαντικοί σε κάθε περίπτωση και σε κάθε εκδοχή μας - κι όχι επειδή περπατάμε, όσοι περπατάμε, στο ίδιο πεζοδρόμιο. Αλλιώς και παραφράζοντας τον Βολταίρο (ή μήπως μονάχα τον μεταφράζω;): διαφωνώ με αυτό που λες, μα η ύπαρξή σου (αυτό που είσαι και αυτό που πιστεύεις) είναι ζωτική μου ανάγκη.

 

 

            (Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Μακεδονία της Κυριακής, στις 15-5-2005. Περιλαμβάνεται στο βιβλίο Σημειώσεις για το τρεμάμενο σώμα που εκδόθηκε την άνοιξη του 2006 στη σειρά «Αντιρρήσεις» των εκδόσεων Τυπωθήτω.)